Ο μόνος τρόπος να καθοριστούν τα αίτια της καθυστερημένης εκσπερμάτισης επίκτητου τύπου είναι η κλινική συνέντευξη. Προφανώς, η διαταραχή της εκσπερμάτισης σε αυτόν τον τύπο δεν υπήρχε προηγουμένως. Η έναρξη μπορεί να είναι αιφνίδια ή σταδιακή, ενώ η καθυστέρηση μπορεί να ποικίλει ανάλογα με την κατάσταση και επίσης να εμφανίζεται ανά διαστήματα.
Μερικοί ψυχολογικοί παράγοντες που μπορεί να συνδέονται με την ανάπτυξη της αποκτημένης καθυστερημένης εκσπερμάτισης είναι το ψυχολογικό τραύμα (π.χ. η ανακάλυψη της απιστίας του/της συντρόφου), ή η έλλειψη σεξουαλικού και ψυχολογικού ερεθισμού (ανεπαρκής τεχνική ή έλλειψη προσοχής σε σεξουαλική σήματα).
Οργανικοί παράγοντες μπορούν επίσης να συμβάλουν. Με την ηλικία συμβαίνει μια μάλλον φυσιολογική καθυστέρηση στην εκσπερμάτιση. Επίσης, η έλλειψη ανδρογόνων ή ο υπογοναδισμός μπορεί να συνοδεύονται από καθυστερημένη εκσπερμάτιση. Οποιαδήποτε νευρολογική νόσος, τραυματισμός, ή χειρουργική επέμβαση που τραυματίζει οσφυϊκά συμπαθητικά γάγγλια και τα συνδετικά νεύρα (π.χ. πολλαπλή σκλήρυνση, διαβητική νευροπάθεια) μπορεί να οδηγήσει σε καθυστέρηση ή αποτυχία εκσπερμάτισης. Μία μεγάλη ποικιλία φαρμάκων (π.χ. αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωτικά) μπορεί να βλάψει τη διαδικασία εκσπερμάτισης μέσω κεντρικών και περιφερικών μηχανισμών. Τέλος, το αλκοόλ μπορεί να καθυστερήσει ή να εμποδίσει εντελώς την εκσπερμάτιση άμεσα μετά από οξεία χρήση και έμμεσα μέσω νευρολογικών ή ορμονικών διαταραχών κατά τη διάρκεια χρόνιας κατάχρησης.