Άρθρα,Για την Γυναίκα,Για τον Άνδρα

Τάνια Μπαταλαμά Σεξολόγος, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών.


Η τεστοστερόνη είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της σεξουαλικής επιθυμίας και στα δύο φύλα. Πόση όμως τεστοστερόνη είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση ομαλής σεξουαλικής διεγερσιμότητας; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι πολύπλοκη και επηρεάζεται από αρκετούς παράγοντες.

Η τεστοστερόνη στα σώματα και των δύο φύλων βρίσκεται σε δύο μορφές: δεσμευμένη και αδέσμευτη (ελεύθερη). Περίπου το 95% της τεστοστερόνης που κυκλοφορεί στο αίμα ενός άνδρα είναι δεσμευμένη σε ένα πρωτεϊνικό μόριο (είτε αλβουμίνη ή γλοβουλίνη), όπου είναι ανενεργή ή δε μεταβολίζεται. Το υπόλοιπο 5% είναι η αδέσμευτη εκδοχή της τεστοστερόνης, η οποία είναι μεταβολικά ενεργή και επηρεάζει την ανδρική λίμπιντο. Τα συγκρίσιμα νούμερα για τις γυναίκες είναι 97-99% δεσμευμένη τεστοστερόνη και μόνο 1-3% ελεύθερη τεστοστερόνη για να επηρεάσει τους ιστούς του σώματος. Το σύνολο ελεύθερης και δεσμευμένης τεστοστερόνης σε κάθε άνδρα ή γυναίκα είναι η ολική τεστοστερόνη. Το φυσιολογικό εύρος της ολικής τεστοστερόνης στο αίμα ενός άνδρα είναι 300-1.200 ng/dL (νανογραμμάρια ανά δέκατο του λίτρου –ένα νανογραμμάριο είναι το ένα δισεκατομμυριοστό του γραμμαρίου). Στις γυναίκες το φυσιολογικό εύρος της ολικής τεστοστερόνης είναι 20-50 ng/dL. Η απαραίτητη ποσότητα, ή κρίσιμη μάζα, της τεστοστερόνης που είναι απαραίτητη για επαρκή λειτουργικότητα ποικίλει από άτομο σε άτομο και στα δύο φύλα. Το γεγονός ότι οι γυναίκες φυσιολογικά έχουν πολύ μικρότερες ποσότητες τεστοστερόνης από ότι οι άνδρες δε σημαίνει ότι οι γυναίκες έχουν χαμηλότερη λίμπιντο από τους άνδρες. Τα κύτταρα των γυναικών φαίνεται να είναι πιο ευαίσθητα στην τεστοστερόνη από ότι τα ανδρικά κύτταρα. Επομένως, λίγη μόνο τεστοστερόνη είναι απαραίτητη για την ενεργοποίηση της σεξουαλικής επιθυμίας των γυναικών.

Υπερβολικά πολλή τεστοστερόνη μπορεί να έχει αντίξοες συνέπειες και για τα δύο φύλα. Υπερβολικά συμπληρώματα τεστοστερόνης στους άνδρες μπορούν να προκαλέσουν μια ποικιλία προβλημάτων, όπως διακοπή των φυσιολογικών ορμονικών κύκλων, κατακράτηση άλατος και υγρών, και τριχόπτωση. Επιπλέον, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι η τεστοστερόνη προκαλεί καρκίνο του προστάτη, η υπερβολική τεστοστερόνη μπορεί να πυροδοτήσει την αύξηση προϋπάρχοντος καρκίνου του προστάτη. Στις γυναίκες η υπερβολική τεστοστερόνη μπορεί να πυροδοτήσει σημαντική αύξηση στην τριχοφυΐα προσώπου και σώματος, να αυξήσει τη μυϊκή μάζα, να μειώσει το μέγεθος των μαστών, και να μεγεθύνει την κλειτορίδα. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις μόνο η χρήση ανεύθυνα υψηλών δόσεων τεστοστερόνης για μια σημαντική χρονική περίοδο καταλήγει σε αντίξοες συνέπειες σε οποιοδήποτε φύλο. Επιπροσθέτως, η συμπληρωματική τεστοστερόνη μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση της σεξουαλικής επιθυμίας σε άνδρες και γυναίκες με ανεπαρκή επίπεδα αυτής της λιμπιντικής ορμόνης.

Ένα φυσιολογικό επίπεδο ολικής τεστοστερόνης σε οποιοδήποτε φύλο δεν αποκλείει απαραίτητα μία βιολογική βάση για χαμηλή σεξουαλική επιθυμία, επειδή το βασικό ορμονικό συστατικό στη λίμπιντο –η ελεύθερη τεστοστερόνη- μπορεί να είναι αφύσικα χαμηλή παρά το γεγονός ότι το επίπεδο της ολικής τεστοστερόνης είναι εντός των φυσιολογικών ορίων. Επομένως, αν ένα άτομο έχει ανεπάρκεια τεστοστερόνης, είναι σημαντικό να εξεταστεί όχι μόνο για το επίπεδο της ολικής τεστοστερόνης του αλλά και για τα επίπεδα της ελεύθερης τεστοστερόνης του.

Τέλος, ο ρυθμός με τον οποίο η παραγωγή της τεστοστερόνης ελαττώνεται με την ηλικία διαφέρει σημαντικά στους άνδρες και τις γυναίκες. Όπως συμβαίνει συχνά, όταν οι ωοθήκες μίας γυναίκας αρχίζουν να μη λειτουργούν στην εμμηνόπαυση, η ολική της τεστοστερόνη μπορεί να μειωθεί γρήγορα μέσα σε μερικούς μόνο μήνες. Για άλλες γυναίκες η έναρξη της έλλειψης τεστοστερόνης είναι πιο σταδιακή, λαμβάνοντας χώρα σε μία περίοδο αρκετών ετών. (Οι γυναίκες στις οποίες οι ωοθήκες έχουν αφαιρεθεί χειρουργικά είναι πιο πιθανό να βιώσουν αιφνίδια απώλεια τεστοστερόνης). Όταν οι ωοθήκες μιας γυναίκας δεν παράγουν πια φυσιολογικά επίπεδα τεστοστερόνης, αν και οι αδένες της αδρεναλίνης συνεχίζουν να παράγουν τεστοστερόνη, η παραγωγή τους μειώνεται επίσης.

Σε αντίθεση, στους άνδρες η μείωση της τεστοστερόνης με την ηλικία είναι συνήθως πολύ πιο αργή. Αν και η παραγωγή τεστοστερόνης και στους όρχεις και στους αδένες αδρεναλίνης ελαττώνεται με τη γήρανση, οι αλλαγές είναι γενικά σταδιακές παρά απότομες και τυπικά συμβαίνουν σε μία εκτεταμένη περίοδο πολλών ετών. Αυτό πιθανώς οφείλεται κατά πολύ στη συνεχιζόμενη λειτουργία των όρχεων, οι οποίοι, σε αντίθεση με τις ωοθήκες, δεν υφίστανται μία αρκετά απότομο διακοπή της λειτουργίας τους στη μέση ηλικία.