Άρθρα,Για την Γυναίκα,Για τον Άνδρα

Τάνια Μπαταλαμά Σεξολόγος, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών.


Τα χλαμύδια είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα και βλαβερά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Προκαλούνται από ένα βακτηριακό μικροοργανισμό που ονομάζεται Chlamydia trachomatis και αναπτύσσεται σε κύτταρα του σώματος. Τα χλαμύδια  μεταδίδονται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής, η οποία περιλαμβάνει το στοματικό, πρωκτικό, και κολπικό σεξ. Μπορούν επίσης να μεταδοθούν με τα δάχτυλα από μία περιοχή του σώματος σε μία άλλη, όπως από τα γεννητικά όργανα στα μάτια.

Δύο γενικοί τύποι γεννητικών λοιμώξεων που προκαλούνται από χλαμύδια προσβάλλουν τις γυναίκες. Ο πρώτος από αυτούς μολύνει τη βλεννογόνο του κατώτερου αναπαραγωγικού συστήματος και συνήθως παίρνει τη μορφή φλεγμονής της ουρήθρας ή παρουσιάζεται ως μόλυνση του τραχήλου. Και στις δύο περιπτώσεις οι γυναίκες βιώνουν λίγα ή καθόλου συμπτώματα. Όταν υπάρχουν συμπτώματα, περιλαμβάνουν ελαφρύ ερεθισμό ή φαγούρα των γεννητικών ιστών, αίσθημα καύσου κατά την ούρηση, και ελαφρύ κολπικό έκκριμα.

Ο δεύτερος τύπος των γεννητικών λοιμώξεων που προκαλούνται από χλαμύδια στις γυναίκες μολύνει το ανώτερο αναπαραγωγικό σύστημα και εκφράζεται ως φλεγμονώδης νόσος της πυέλου (ΦΝΠ). Η ΦΝΠ τυπικά συμβαίνει όταν βακτήρια που προκαλούν χλαμύδια ή γονόρροια μεταδοθούν από τον τράχηλο προς τα επάνω, μολύνοντας το επίστρωμα της μήτρας, τις σάλπιγγες (σαλπιγγίτιδα), και πιθανώς τις ωοθήκες και άλλες κοντινές κοιλιακές δομές.

Η ΦΝΠ που απορρέει από μόλυνση χλαμυδίων συχνά προκαλεί μια ποικιλία συμπτωμάτων, όπως διακοπή στην εμμηνορρυσία, χρόνιο πυελικό πόνο, πόνο στο χαμηλότερο τμήμα της πλάτης, πυρετό, ναυτία, εμετό, και πονοκέφαλο.  Η σαλπιγγίτιδα που προκαλείται από λοίμωξη χλαμυδίων είναι η κύρια αποτρέψιμη αιτία γυναικείας στειρότητας και έκτοπης κύησης. Ακόμα και μετά την αποτελεσματική θεραπεία της ΦΝΠ, εναπομείνας ουλώδης ιστός στις σάλπιγγες μπορεί να αφήσει μερικές γυναίκες στείρες. Επιπλέον, τα χλαμύδια που δεν έχουν θεραπευτεί μπορούν να βλάψουν τη σεξουαλική ευχαρίστηση και την ικανότητα μίας γυναίκας για οργασμό.

Στους άνδρες τα χλαμύδια που δεν έχουν θεραπευτεί μπορεί να καταλήξουν σε επιδιδυμίτιδα (μόλυνση της επιδιδυμίδας) ή μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα, δηλαδή μόλυνση της ουρήθρας που δεν έχει προκληθεί από γονόρροια. Τα συμπτώματα της επιδιδυμίτιδας περιλαμβάνουν μία αίσθηση βάρους στον όρχι που έχει επηρεαστεί, φλεγμονή στο δέρμα του όσχεου, και τη δημιουργία μια μικρής περιοχής σκληρού και επώδυνου πρηξίματος στη βάση του όρχεως. Τα συμπτώματα της μη γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας περιλαμβάνουν ένα έκκριμα από το πέος και αίσθημα καύσου κατά την ούρηση.

Μία από τις δυσάρεστες και επικίνδυνες πλευρές της νόσου των χλαμυδίων είναι ότι τα συμπτώματα είναι είτε ελάχιστα είτε εντελώς απόντα σε μια πλειοψηφία μολυσμένων γυναικών και σε περίπου τους μισούς από τους μολυσμένους άνδρες.

Μία άλλη επιπλοκή που μπορεί να προκληθεί από τα χλαμύδια είναι η αποτρέψιμη τύφλωση καθώς και άλλες οφθαλμικές μολύνσεις, οι οποίες μπορούν να μεταδοθούν και σε νεογέννητα (από μολυσμένη μητέρα) καθώς περνούν μέσα από το κανάλι του τοκετού. Η μόλυνση από χλαμύδια σε έγκυες γυναίκες μπορεί επίσης να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό.

Τα χλαμύδια μπορούν να θεραπευτούν με αγωγή αντιβιοτικών.