Πολλές ορμόνες επηρεάζουν τη σεξουαλικότητα, τον αισθησιασμό, και τη διαπροσωπική έλξη στους ανθρώπους. Ανάμεσα στις πιο πολυσυζητημένες είναι τα ανδρογόνα και τα οιστρογόνα, που συνήθως αναφέρονται με το όνομα σεξουαλικές ορμόνες. Αυτές οι ουσίες ανήκουν στη γενική κατηγορία των στεροειδών ορμονών που εκκρίνονται από τις γονάδες (όρχεις και ωοθήκες) και τα επινεφρίδια.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ακούσει τους όρους αρσενικές σεξουαλικές ορμόνες και θηλυκές σεξουαλικές ορμόνες. Ωστόσο, η σύνδεση συγκεκριμένων ορμονών με το ένα ή το άλλο φύλο είναι κάπως παραπλανητική –και τα δύο φύλα παράγουν αρσενικές και θηλυκές σεξουαλικές ορμόνες. Ο γενικός όρος για τις αρσενικές σεξουαλικές ορμόνες είναι τα ανδρογόνα. Στους άνδρες περίπου το 95% του συνόλου των ανδρογόνων παράγεται από τους όρχεις. Η μεγαλύτερη ποσότητα από το υπόλοιπο 5% παράγεται από τα εξώτερα τμήματα των επινεφριδίων. Οι ωοθήκες της γυναίκας και τα επινεφρίδια επίσης παράγουν ανδρογόνα σε περίπου ίσες ποσότητες. Το κυρίαρχο ανδρογόνο και στους άνδρες και στις γυναίκες είναι η τεστοστερόνη. Τα σώματα των ανδρών τυπικά παράγουν 20 με 40 φορές περισσότερη τεστοστερόνη από ότι τα σώματα των γυναικών. Οι θηλυκές σεξουαλικές ορμόνες, τα οιστρογόνα, παράγονται κυρίως από τις ωοθήκες στις γυναίκες. Οι όρχεις των ανδρών επίσης παράγουν οιστρογόνα, αλλά σε ποσότητες πολύ μικρότερες από ότι συμβαίνει στα σώματα των γυναικών.
Τα συστατικά της διέγερσης, της έλξης, και της απόκρισης στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα επηρεάζονται επίσης από τα νευροπεπτίδια, τα οποία παράγονται στον εγκέφαλο. Μία από τις πιο σημαντικές ορμόνες των νευροπεπτιδίων, η οξυτοκίνη, μερικές φορές αναφέρεται ως η «ορμόνη της αγάπης» επειδή φαίνεται να επηρεάζει την ερωτική κα συναισθηματική έλξη.