Ο μαστοί (στήθη) είναι δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά (ανατομικά χαρακτηριστικά εκτός των γεννητικών οργάνων που διακρίνουν το αρσενικό από το θηλυκό). Σε μία σωματικά ώριμη γυναίκα οι μαστοί αποτελούνται εσωτερικά από λιπώδη ιστό και γαλακτοφόρους αδένες. Ο αδενικός ιστός στα στήθη αποκρίνεται σε σεξουαλικές ορμόνες. Στην εφηβεία, και ο λιπώδης και ο αδενικός ιστός αναπτύσσονται σημαντικά. Οι μαστοί παρουσιάζουν κάποιες ποικιλομορφίες σε μέγεθος και υφή σε διαφορετικές φάσεις του εμμηνορροϊκού κύκλου και όταν επηρεάζονται από εγκυμοσύνη, θηλασμό, ή αντισυλληπτικά χάπια. Η ποσότητα του αδενικού ιστού στα στήθη διαφέρει λίγο από γυναίκα σε γυναίκα, παρά τις διαφορές στο μέγεθος. Επομένως, η ποσότητα του γάλατος που παράγεται μετά τον τοκετό δε συσχετίζεται με το μέγεθος του στήθους. Οι διαφορές στο μέγεθος του στήθους οφείλονται κυρίως στην ποσότητα του λιπώδους ιστού που βρίσκεται γύρω από τους αδένες. Είναι σύνηθες ο ένας μαστός να είναι ελαφρώς μεγαλύτερος από τον άλλον.
Η θηλή (ρώγα) βρίσκεται στο κέντρο της θηλαίας άλω, δηλαδή της πιο σκουρόχρωμης περιοχής του εξωτερικού του μαστού. Η θηλαία άλως περιέχει αδένες που βοηθούν στη λίπανση των θηλών στη γαλουχία. Τα ανοίγματα των γαλακτοφόρων αδένων βρίσκονται στις θηλές. Μερικές θηλές στρέφονται προς τα έξω από το στήθος, άλλες είναι στο ίδιο επίπεδο με το στήθος και άλλες «βυθίζονται» μέσα στο στήθος. Οι θηλές ανυψώνονται («προβάλλουν») όταν οι μύες στη βάση τους συσταλούν ως απόκριση στο άγγιγμα, τη σεξουαλική διέγερση, ή το κρύο. Για πολλές γυναίκες ο ερεθισμός του μαστού και της θηλής αποτελεί σημαντική πηγή ευχαρίστησης και διέγερσης στην αυτοϊκανοποίηση ή τη σεξουαλική αλληλεπίδραση. Κάποιες γυναίκες διαπιστώνουν ότι τέτοιου είδος ερεθισμός βοηθά στο χτίσιμο της σεξουαλικής έντασης που οδηγεί στον οργασμό, ενώ άλλες τον απολαμβάνουν από μόνο του. Άλλες γυναίκες βρίσκουν το άγγιγμα του στήθους και των θηλών ουδέτερη ή δυσάρεστη εμπειρία.
Τα στήθη διαφέρουν εξαιρετικά από γυναίκα σε γυναίκα σε μέγεθος και σχήμα.