Άρθρα,Για την Γυναίκα,Για τον Άνδρα

Τάνια Μπαταλαμά Σεξολόγος, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών.


Η παιδοφιλία ορίζεται ως σεξουαλική έλξη για προεφηβικά παιδιά και, γενικά, τείνει να είναι η κοινωνικά πιο απεχθής από όλες τις παραφιλίες. Σύμφωνα με το πιο πρόσφατο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχιατρικών Διαταραχών, η παιδοφιλική διαταραχή διαγιγνώσκεται όταν ένα άτομο ηλικίας τουλάχιστον 16 ετών είτε ενεργεί με βάση την τάση του να κάνει σεξ με ένα προεφηβικό παιδί (συνήθως ηλικίας 13 ετών ή νεότερο) ή βιώνει ψυχολογική δυσφορία σε σχέση με αυτή την τάση του. Επιπλέον, ο δράστης πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 χρόνια μεγαλύτερος από το θύμα.  Αν και έχουν υποβληθεί σε αρκετή κριτική ως ασαφή (π.χ. Τι σημαίνει «ενεργεί» με βάση μια παιδοφιλική τάση; Εξακολουθεί να θεωρείται παιδοφιλία αν το θύμα είναι πολύ νέο αλλά έχει μπει στην εφηβεία;), τα διαγνωστικά κριτήρια δεν άλλαξαν κατά τη διάρκεια της πιο πρόσφατης αναθεώρησης του εγχειριδίου. Η μόνη αλλαγή που έγινε ήταν η μετονομασία της διάγνωσης από παιδοφιλία σε παιδοφιλική διαταραχή.

Αν και δεν ήταν πάντα έτσι, οι ψυχολόγοι έχουν έρθει στο σημείο να αναγνωρίσουν ότι δεν παρενοχλούν σεξουαλικά τα παιδιά (δηλαδή δεν είναι παιδεραστές) όλοι οι παιδόφιλοι και ότι δεν είναι απαραίτητα παιδόφιλοι όσοι τα παρενοχλούν σεξουαλικά (δηλαδή οι παιδεραστές). Με άλλα λόγια, δε θα αναζητήσουν όλοι οι παιδόφιλοι σεξουαλική επαφή με ένα παιδί, και δεν έχουν σεξουαλική προτίμηση για παιδιά όλοι όσοι παρενοχλούν σεξουαλικά ένα παιδί (δηλαδή όλοι οι παιδεραστές). Επομένως, αν και οι περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν τους όρους «παιδόφιλος» και «παιδεραστής» χωρίς διάκριση, είναι χρήσιμο να γίνει διαχωρισμός μεταξύ των δύο χρησιμοποιώντας 1) την παιδοφιλία ως αναφορά σε ένα μοτίβο σεξουαλικής έλξης από παιδιά και 2) την παιδεραστία ως αναφορά σε συγκεκριμένες σεξουαλικές πράξεις εναντίον παιδιών. Ένας τέτοιος διαχωρισμός βοηθά στο να μην υπονοείται ότι κάθε παιδική σεξουαλική κακοποίηση πηγάζει από το ίδιο κίνητρο (και όντως, δεν πηγάζει).

Οι περισσότεροι παιδόφιλοι είναι ετεροφυλόφιλοι, παντρεμένοι άνδρες και εκτιμάται ότι οι παιδόφιλοι αποτελούν περίπου το 4% του πληθυσμού. Για χρόνια, υπήρχε η πεποίθηση ότι η παιδοφιλία είχε κυρίως ψυχολογικές ρίζες και πήγαζε από προηγούμενες προσωπικές εμπειρίες με σεξουαλική θυματοποίηση στην παιδική ηλικία. Σε συνέπεια με αυτή την ιδέα, οι περισσότεροι παιδόφιλοι αναφέρουν ότι και οι ίδιοι κακοποιήθηκαν σεξουαλικά ως παιδιά. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι ίσως υπάρχει μία βιολογική ή βιοκοινωνική βάση. Για παράδειγμα, οι παιδόφιλοι είναι τρεις φορές πιο πιθανό να είναι αριστερόχειρες ή αμφιδέξιοι σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, και τυπικά κατέχουν δείκτη νοημοσύνης που είναι κάτω από το μέσο όρο. Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η παιδοφιλία μπορεί πιθανώς να προέρχεται από προγεννητική έκθεση σε ορμόνες ή κάποια αναπτυξιακή διαφοροποίηση που είτε αλλάζει την εγκεφαλική λειτουργία ή δημιουργεί μία προδιάθεση που εκδηλώνεται υπό την επήρεια περιβαλλοντικών παραγόντων.

Η παιδική σεξουαλική κακοποίηση είναι σοβαρό θέμα που μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τα θύματα και τις οικογένειές τους.